Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2009

Μέριλιν Μονρόε - Η Σταρ και η Μαφία



Η Μέριλιν Μονρόε άφησε την τελευταία της πνοή τη νύχτα του Σαββάτου προς Κυριακή, 4-5 Αυγούστου 1962. Είχε περάσει δύσκολη χρονιά. Μέσα στον χειμώνα ο Φρανκ Σινάτρα (πρώην εραστής της) την είχε συστήσει στον Τζον Κένεντι, πρόεδρο των ΗΠΑ...

και την πρώτη τους νύχτα την πέρασαν μαζί στην έπαυλη του Μπιγκ Κρόσμπι, στο Παλμ Σπρινγκς. Η ερωτική τους σχέση κράτησε μόνο μερικές εβδομάδες, καθώς ο Τζων δεν άργησε να τη βαρεθεί ­ και μάλιστα ανέθεσε στον αδερφό του Μπομπ, που ήταν υπουργός Δικαιοσύνης την εποχή εκείνη, να την «ενημερώσει» σχετικώς. Ο Μπομπ δεν δίστασε βεβαίως να διαδεχθεί τον αδερφό του στον ρόλο του εραστή της ξανθιάς καλλονής, την οποία ωστόσο μόνο για λίγο και αυτός «παρηγόρησε», δεδομένου ότι η Μέριλιν θεωρούνταν «επικίνδυνη», στα όρια της ψυχοπάθειας (έφερε βαριά κληρονομιά ψυχικών διαταραχών από τη μητέρα της και τη γιαγιά της), κοντολογίς δεν είχε απόλυτο έλεγχο των πράξεών της και, το χειρότερο, δεν μπορούσε να κρατήσει τη στόμα της κλειστό, διαδίδοντας στις φίλες της ότι ο υπουργός ετοιμαζόταν να χωρίσει τη γυναίκα του Εθελ για να παντρευτεί αυτήν.







Αρχές Αυγούστου η Μέριλιν αναγκάζεται να διακόψει τα γυρίσματα της ταινίας «Something's got to give» επειδή βρίσκεται σε άθλια ψυχολογική κατάσταση, με τον σκηνοθέτη Τζορτζ Κιούκορ να της φωνάζει εξαγριωμένος ότι είναι μια άχρηστη, ένα κομμάτι κρέας και τίποτε περισσότερο. Ο ψυχίατρός της, δρ Ραλφ Γκρίνσον, είχε τότε δηλώσει: «Αν δεν ήταν η διασημότερη σταρ στον κόσμο, θα την είχαμε από καιρό κλείσει σε άσυλο. Είχε χάσει την αίσθηση της πραγματικότητας».

Το απόγευμα της 4ης Αυγούστου η Μέριλιν πληροφορήθηκε ότι ο Μπομπ βρισκόταν στο Σαν Φρανσίσκο, σε απόσταση δηλαδή μιας ώρας με το αεροπλάνο. Κατάφερε να τον πετύχει στο τηλέφωνο και μάλλον τον έπεισε να πάει να τη συναντήσει. Τις τελευταίες εβδομάδες κρατάει λεπτομερές ημερολόγιο των συναντήσεών τους και μάλιστα ηχογραφεί τις τηλεφωνικές συνομιλίες της με τον υπουργό ­ πράγμα που κάνει άλλωστε και το FBI, αρχηγός του οποίου ήταν την εποχή εκείνη ο Εντγκαρ Χούβερ, ορκισμένος εχθρός των Κένεντι. Δεν αποκλείεται να υπήρχε και άλλη γραμμή υποκλοπών από τη μαφία του Σαμ Τζιανκάνα, που ήταν τότε ένας από τους ισχυρότερους «νονούς». Υπήρχαν δηλαδή όλες οι προϋποθέσεις για έναν ενδεχόμενο εκβιασμό και ίσως αυτή ήταν η αιτία που έκανε τον Μπομπ να σκεφτεί να δώσει τέλος στο ειδύλλιο.

Αλλωστε την εποχή εκείνη είχε αρκετούς μπελάδες στο κεφάλι του. Ο αδερφός του, ο πρόεδρος Τζον Κένεντι, μόλις είχε εγκρίνει την επονομαζόμενη «επιχείρηση μανγκούστα» για την εξόντωση του Φιντέλ Κάστρο, ο αγώνας για την εξουδετέρωση τουΤζίμι Χόφα, του μαφιόζου αρχηγού του συνδικάτου των φορτηγατζήδων βρισκόταν στο αποκορύφωμά του, ενώ οι σχέσεις με το FBI του Χούβερ πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Ενα ερωτικό σκάνδαλο θα μπορούσε να γίνει η σταγόνα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι, με ολέθριες συνέπειες για τους Κένεντι. Κυρίως μάλιστα που η Μέριλιν ήταν και έγκυος κατά πάσα πιθανότητα από τον Μπομπ και, όπως λένε, εκείνος την είχε πείσει να κάνει έκτρωση ­ δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά.

Αργά το ίδιο απόγευμα συνέβη το επεισόδιο με την τεράστια γούνα από τίγρη που καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου. Δεν αποκλείεται να της πήγε τη γούνα ο ίδιος ο Μπομπ ή μπορεί να την έστειλε με τον Πίτερ Λόφορντ, ηθοποιό δεύτερης κατηγορίας, κουνιάδο των Κένεντι, ενταγμένο στον μαφιόζικο κύκλο του Φρανκ Σινάτρα. Στις επτά το βράδυ πάντως η «τίγρη» εκσφενδονίστηκε από το παράθυρο από την ίδια τη Μέριλιν που την είχε καταξεσχίσει με τα νύχια της σε μια θυελλώδη έκρηξη του θυμού της.

Η οικονόμος Γιούνις Μάρεϊ με χίλια βάσανα καταφέρνει να την καλμάρει και να τη βάλει στο κρεβάτι. Πέφτει και η ίδια να κοιμηθεί, αλλά καθώς προχωρεί η νύχτα ένα προαίσθημα την κάνει να σηκωθεί να πάει να ρίξει μια ματιά στο δωμάτιο της «ασθενούς» της. Το θέαμα που αντικρίζει την παγώνει: «Ξαπλωμένη στα στραπατσαρισμένα σεντόνια, γυμνή και ακίνητη· στο χέρι, παγωμένο από την ακαμψία του θανάτου, κρατούσε ακόμη το ακουστικό του τηλεφώνου και δίπλα της στο κομοδίνο δύο άδεια φιαλίδια ηρεμιστικών».

Στο σημείο αυτό αρχίζουν οι μυστηριώδεις αντιφάσεις. Κατά την εκδοχή της νοσοκόμας, έχει ήδη επέλθει η ακαμψία του θανάτου τη στιγμή που βρίσκει την ηθοποιό. Το πλήρωμα του ασθενοφόρου που σπεύδει στον τόπο της τραγωδίας τη βρίσκει ζωντανή ακόμη, σε κωματώδη κατάσταση. Την ώρα που της κάνουν μαλάξεις στην καρδιά καταφθάνει και ο γιατρός Γκρίνσον, που έχει ήδη έτοιμη μια σύριγγα με πρασινωπό περιεχόμενο. Η Μέριλιν αντιδρά στην ένεση με ένα φοβερό σπασμό και αμέσως μετά χαλαρώνει απότομα. Ο γιατρός την εξετάζει και δηλώνει:«Είναι νεκρή». Ωρα 22.00-23.00 του Σαββάτου.

Επρόκειτο για ιατρικό σφάλμα του Γκρίνσον ή για κάτι χειρότερο; Και γιατί ο ιατροδικαστής Τόμας Νογκούτσι αναγράφει στην έκθεσή του ως ώρα θανάτου την 04.25 πρωινή; Στο διάστημα των πέντε-έξι ωρών που μεσολαβούν εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς το ημερολόγιο της Μέριλιν και το μαγνητόφωνο όπου κατέγραφε τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις της. Ποιος εξαφάνισε λοιπόν αυτά τα τεκμήρια; Πράκτορες του FBI; Ο Πίτερ Λόφορντ; Ανθρωποι της μαφίας; Η υπόθεση μυρίζει δολοφονία και οι υποψίες είναι βάσιμες.

Κατά την επίσημη εκδοχή, η αυτόχειρ είχε καταπιεί 25 δισκία του βαρβιτουρικού Νεμπουτάλ και άλλα 20 δισκία ηρεμιστικά. Ολως παραδόξως όμως στην ανάλυση αίματος βρέθηκε υψηλή συγκέντρωση βαρβιτουρικών, ενώ στην τοξικολογική εξέταση του στομάχου δεν βρέθηκε ούτε ίχνος. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι της χορήγησαν με ένεση κάποια τοξική ουσία. Το τζάμι του παραθύρου της βρέθηκε σπασμένο στο ύψος του πόμολου, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να διαπιστωθεί αν έσπασε από την «τίγρη» που είχε πετάξει η έξαλλη ηθοποιός από το παράθυρο ή από κάποιους που μπήκαν απέξω για να τη δολοφονήσουν.

Ετσι έσβησε η γυναίκα-μύθος, το φλογερό αντικείμενο του πόθου τόσων και τόσων ανδρών. Αρκετοί την αγάπησαν κιόλας, όπως ο Φρανκ Σινάτρα, ο Μίλτον Γκριν, o Τζο ντι Μάτζιο, o Λόρενς Ολίβιε, o Υβ Μοντάν, o Μοντγκόμερι Κλιφτ, o Κλαρκ Γκέιμπλ. Οσο για τους υπόλοιπους πρωταγωνιστές αυτής της τραγικής ιστορίας χάθηκαν επίσης κατά τρόπο τραγικό: ο Τζον Κένεντι δολοφονήθηκε στο Ντάλας του Τέξας στις 23 Νοεμβρίου 1963, ο αδερφός του Μπομπ στο Λος Αντζελες στις 6 Ιουνίου 1968. Ο Χόφα «τσιμεντώθηκε» μέσα σε κάποιον πυλώνα, τον Σαμ Τζιανκάνα τον έκαναν κόσκινο στη μέση του δρόμου. Και μόνο ο Πίτερ Λόφορντ πέθανε στο κρεβάτι του, νέος ακόμη, μόλις 60 ετών, σωστό ράκος. Λίγες ημέρες προτού παραδώσει το πνεύμα είχε εξομολογηθεί στους φίλους του: «Θα μπορούσα να τη σώσω. Αυτό δεν μπόρεσα ποτέ να το συγχωρήσω στον εαυτό μου».



Δεν υπάρχουν σχόλια: